- καναχός
- Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας.
1. Γλύπτης από τη Σικυώνα (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.). Το υπερφυσικού μεγέθους χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα, στο ιερό των Διδύμων της Μιλήτου, ήταν ένα από τα καλύτερα έργα του. Το άγαλμα μεταφέρθηκε από τους Πέρσες το 494 π.Χ. στα Εκβάτανα, αργότερα όμως επιστράφηκε από τον βασιλιά Σέλευκο Α’ στους Μιλήσιους. Ο Κ. κατασκεύασε επίσης για τη Σικυώνα ένα χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αφροδίτης με στέμμα στο κεφάλι, που έφερε στα χέρια ένα μήλο και μια παπαρούνα. Αναφέρονται επίσης παίδες κελητίζοντες, δηλαδή ιππεύοντες κέλητες, καθώς και ένα σύμπλεγμα τριών Μουσών, που είχε κατασκευαστεί σε συνεργασία με τους συγχρόνους του γλύπτες Αγελάδα και Αριστοκλέα.
2. Χαλκοπλάστης από τη Σικυώνα (αρχές 4ου αι. π.Χ.). Είχε κατασκευάσει χάλκινο ανδριάντα του Βυκέλου από τη Σικυώνα, πρώτου νικητή των παιδικών αγώνων της Ολυμπίας. Συνεργάστηκε και με πολλούς άλλους γλύπτες στην κατασκευή μεγάλου συμπλέγματος αγαλμάτων, αφιερωμένου από τον Λύσανδρο το 404 π.Χ. στους Δελφούς, μετά τη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς.
* * *καναχός, -ή, -όν (Α) [καναχή]θορυβώδης, ηχηρός.
Dictionary of Greek. 2013.